Ο όμιλος Παπαγιάννη-Μπαμπλέκη, κατηγορείται για φοροδιαφυγή 8 εκατομυρίων δολαρίων

Αναγκαία Διευκρίνηση

Εδώ και χρόνια ένας έλληνας εστιάτορας είχε την ιδέα να ανοίξει ένα εστιατόριο με το όνομα  «La Belle Province».  Το είδος του εστιατορίου ήταν  «ταχυφαγείο», με ειδικότητα, στην αρχή, το απλό λουκάνικο, με το χαρακτηριστικό όνομα «hot dog», και τηγανητές αληθινές πατάτες, μπόλικες, κομμένες καθημερινά, από φρέσκιες καναδικές πατάτες, σε χορταστικές ποσότητες, σε τιμές πολύ ελκυστικές… Ταυτόχρονα το όνομα «La Belle Province» ήταν το λογότυπο της επαρχίας του Κεμπέκ, που το διάβαζε κανείς επάνω στις πινακίδες με τον αριθμό κυκλοφορίας, μέχρι το 1976. Μετά αντικαταστάθηκε με την έκφραση «Je me souviens«, το αντίστοιχο, με το ελληνικό «ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ» από την επιδρομή και κατοχή του 40% της ΚΥΠΡΟΥ από τον Τούρκικο στρατό. Το νέο λογότυπο του Κεμπέκ υπονοεί βέβαια την κατοχή των γαλλόφωνων αποικιοκρατών, απο την αποικιοκρατική Αγγλία, αλλά η επίσημη καναδική κυβέρνηση αποφεύγει να δίνει αυτή την ερμηνεία.

Το λογότυπο και ο θυρεός είναι χαρακτηριστικά σήματα της κάθε καναδικής επαρχίας. Από κει, εξάλλου, το αντέγραψε και ο τότε έλληνας εστιάτορας. Κατά συνέπεια, ήταν αδύνατον να κατοχυρωθεί, νομικά, το όνομα, για επιχείρηση. Με την πάροδο του χρόνου, το εστιατόριο άρχισε να είναι επικερδέστατο, σε τέτοιο βαθμό, που απλώθηκε η φήμη του, σε όλη την επαρχία, ακολουθώντας τα πρότυπα του γνωστού «McDonalds«. Η αδυναμία κατοχύρωσης του ονόματος, έδωσε την ευκαιρία σε κάθε πολίτη που μπορούσε να δημιουργήσει ένα τέτοιο ταχυφαγείο, να το ονομάζει La Belle Province και για να κατοχυρώσει το όνομα, να κολλάει και ένα μικρό παρατσούκλι, δίπλα, όπως «La Belle Province RESTAURANT», «La Belle Province L’excellance»,  «La Belle Province PRO», κλπ. Τούτο σημαίνει ότι αν μια αλυσσίδα παρανομεί, δεν σημαίνει ότι κάθε La Belle Province στην επαρχία παρανομεί… αν κα εκτίθενται έμμεσα λόγω κακής δημοσιότητας, όλοι οι ιδιοκτήτες.

 "La Belle Province RESTAURANT"

¨Ενα εστιατόριο της αλυσσίδας «La Belle Province RESTAURANT»
Η φωτόγραφία του André Pichette, της εφημερίδας «La Presse»

 

Η Μεγάλη Φοροδιαφυγή*

Ο Ηλίας Μπαλατσούρας είναι μέτοχος και διαχειριστής (έχει το 24% του συγκεκριμένου εστιατορίου κατά την ομλογία του ίδιου), λοιπόν, στο «La BELLE PROVINCE RESTAURANT»  στο προάστειο Chateauguay, έξω από το νησί Montreal. Ο Μπαλατσούρας κατάθεσε, μαζί με τέσσερα άλλα άτομα, έγγραφη καταδικαστική δήλωση εναντίον των ιδιοκτητών της συγκεκριμένης αλυσσίδας η οποία ανήκει στον Όμιλο των Αχιλλέα Παπαγιάννη και Θωμά Μπαμπλέκη, όπως και οι αλυσσίδες εστιατορίων «Le Petit Quebec» και «Lafleur» ανήκουν στον ίδιο όμιλο. Στη δήλωση αυτή καταγγέλεται ό,τι οι ιδιοκτήτες, του προσέφεραν 400 000$ για να εξαγοράσουν τη σιωπή του, σε σχέση με φοροδιαφυγή, την οποία ανακάλυψε η εφορία του Κεμπέκ «Revenu Quebec».

Τον Μάρτιο του 2013, η «ΣΔΟΕ» του Κεμπέκ έκανε μια επιδρομή σε πολλά από τα εστιατόρια του ομίλου Παπαγιάννη-Μπαμπλέκη. Τους κατηγόρησαν για φοροδιαφυγή ύψους 8 εκατομυρίων δολαρίων, περίπου, που ενέπλεκε 20 περίπου εστιατόρια. Κατασχέσεις και υποθηκεύσεις πολλών από αυτά, ακολούθησαν.

Η «ΣΔΟΕ» του Κεμπέκ συνέλεξε τις μαρτυρίες τεσσάρων ατόμων μεταξύ των οποίων και ο κ. Μπαλατσούρας, μέτοχος σε ένα από αυτά τα εστιατόρια με 24%. Οι ένορκες καταθέσεις τους υποστηρίζουν ότι τα «αφεντικά» (Παπαγιάννης-Μπαμπλέκης) απαίτησαν τη χρήση της διπλής λογιστικής, για να εξαπατήσουν τις φορολογικές αρχές. Υπάρχει επίσης το ζήτημα της παραμόρφωσης των οικονομικών εγγράφων αλλά και της διαχείρισης των μετρητών.

Πολλές πτωχεύσεις

Την 1η Νοεμβρίου 2012, ο Ηλίας Μπαλατσούρας έλαβε μια  ειδοποίηση από την Εφορία, για απλήρωτους φόρους, ύψους 350000 δολαρίων. Ωστόσο, κανείς δεν ήθελε να πληρώσει τον λογαριασμό. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του, έχει μόνο το 24% του εστιατορίου και όχι το 100%, όπως φαίνεται στο μητρώο των εταιρειών. «Ο Όμιλος είναι ο κύριος μέτοχος«, είπε. Την επόμενη μέρα (2 Νοεμβρίου), ο κ. Μπαλατσούρας καλείται στα γραφεία του ομίλου Παπαγιάννη-Μπαμπλέκη στο Μόντρεαλ. Ο Αχιλλέας Παπαγιάννης εξέφρασε τότε την «επιθυμία» να μπει το εστιατόριο σε πτώχευση και να κάνει ο κ. Μπαλατσούρας μια προσωπική πτώχευση, σύμφωνα με τις μαρτυρίες του. «Μου ζήτησε να πουλήσω το αυτοκίνητό μου όσο το δυνατόν συντομότερα και να αποσύρω αμέσως όλα τα RRSP μου«, είπε.

(RRSP είναι τα αρχικά για Registered Retirement Savings Plan, ένα πρόγραμμα της κυβέρνησης, με το οποίο ο πολίτης μπορεί να αποταμιεύει για να τα χρησιμοποιεί κατά την περίοδο της συνταξιοδότησης του. Η κυβέρνηση καθορίζει το ποσοστό ετήσιας κατάθεσης, βασει του ετήσιου εισοδήμοατος, και το ποσόν αυτό εφόσον το καταθέσεις σε RRSP, μειώνει το φορολογητέο εισόδημα της χρονιάς, εφόσον αυτό το ποσόν παραμένει στο ασφαλιστικό αυτό «πρόγραμμα». Στην ουσία είναι μια προσπάθεια του χρηματοπιστωτικού συστήματος να συλλέξει κεφάλαια για να τα επενδύει και κερδοσκοπεί, δίνοντας ένα ανάλογο τόκο στον επενδυτή-πολίτη, ο οποίος μπορεί και να τα χάσει, ανάλογα με το πού έχει επενδύσει αυτές τις οικονομίες του και ανάλογα με την αξία που προκύπτει από αυτές τις επενδύσεις).

Για να ρυθμιστεί η πτώχευση, ο κ. Μπαλατσούρας έπρεπε να πάει σ’ ένα δικηγορικό γραφείο στο Laval (ειδικό για τις πτωχρεύσεις, επιλογή του ομίλου), στις 8 Νοεμβρίου. Ωστόσο, ο κ. Μπαλατσούρας αρνείται να παραστεί στη συνάντηση. Η άρνηση δημιουργεί πρόβλημα στο σχέδιο πτώχευσης και ο Αχιλλέας Παπαγιάννης πηγαίνει στο εστιατόριό να βρει τον  κ.Μπαλατσούρα, και του πρόσφερε $ 400 000 σε μετρητά για να πραγματοποιηθεί το σχέδιο πτώχευσης, κάτι το οποίο αρνείται να κάνει ο κ. Μπαλατσούρας, σύμφωνα με την ένορκη κατάθεση.

Στην υπόθεση του Μαρτίου, η»ΣΔΟΕ»-Κεμπέκ παρουσιάζει τα στοιχεία από 10 εστιατόρια του ομίλου Παπαγιάννη-Μπαμπλέκη που χρησιμοποίησαν το Νόμο περί πτώχευσης, προκειμένου ο όμιλος Παπαγιάννη-Μπαμπλέκη, να αποφύγει τις φορολογικές του υποχρεώσεις. Το κάθε εστιατόριο είναι μια ξεχωριστή εταιρεία (με όνομα έναν αριθμό, π.χ. «956274 QUEBEC inc.») Μόλις μια αριθμημένη εταιρεία είναι σε πτώχευση, αυτή αντικαθίσταται αμέσως από μια άλλη, η οποία συνεχίζει να λειτουργεί το ίδιο εστιατόριο, σύμφωνα με τά στοιχεία που κατέθεσε η ΣΔΟΕ (στη δικαστική αρχή).

Διπλοεγγραφές

Στην κατάθεσή του, ο κ. Μπαλατσούρας, όπως και δύο από τους άλλους τρεις εστιάτορες, περιγράφουν ένα καλολαδωμένο σύστημα απάτης από τον όμιλο Παπαγιάννη. Κατ’αρχήν, όλα τα τρόφιμα πληρώνονταν με μετρητά. Οι αγορές από τον προμηθευτή Multi-Marques  έγιναν μέσω δύο ξεχωριστών λογαριασμών, ένας από τους οποίους χρησιμοποιείτο μόνον, ως ο επίσημος για φορολογικούς σκοπούς.

Ταμειακές μηχανές έχουν κωδικοποιηθεί για την παραγωγή δύο καταγραφών, μία επίσημη και μια δεύτερη παράνομη. Το έσοδα από την παράνομη ταμειακή μηχανή μοιράζονταν μεταξύ των διαχειριστών των εστιατορίων και των ιδιοκτητών (Παπαγιάννης-Μπαμπλέκης) εξηγούν τρεις από τους  τέσσερεις εστιάτορες. Μέρος των μετρητών χρησιμοποιείτο για να γεμίζουν τις μηχανές ΑΤΜ (ώστε ο πελάτης να μπορεί να κάνει αυτόματη ανάληψη μετρητών από πιστωτική κάρτα ή τον τραπεζικό του λογαριασμό) τοποθετημένες σε κάθε εστιατόριο.

Τρεις από τις τέσσερις εστιάτορες κατέθεσαν  ότι κατέβαλαν από 25.000 μέχρι 40.000 δολάρια για να αγοράσουν το δικαίωμα μετόχου εδώ και μερικά χρόνια, τα μισά σε μετρητά. Ο τέταρτος μάρτυρας, ένας αγράμματος μάγειρας, είπε ότι αναγκάστηκε να χρησιμεύσει ως μεσάζων ξεπλύματος μετρητών ( prête-nom), διαφορετικά θα είχε απολυθεί.

Στην προσπάθεια να επικοινωνήσουμε μαζί του, ο δικηγόρος του ομίλου-Παπαγιάννη/Μπαμπλέκη, κ. Jean-Francois Vezina, της δικηγορικής εταιρείας Dentons, απέφυγε να σχολιάσει, ισχυριζόμενος ότι η υπόθεση βρίσκεται ενώπιον της Δικαιοσύνης. Οι εστιάτορες επρόκειτο να εξεταστούν κατά τη διάρκεια της δίκης από τον κ. Vézina, την επομένη του ρεπορτάζ.

* Ελεύθερη μετάφραση του άρθρου του Francis Vailles, από την εφημερίδα La Presse.

Ο τομέας των εστιατορίων στο Κεμπέκ είναι κατά 60% στα ελληνικά χέρια. Η φοροδιαφυγή παλαιότερα ήταν μια σχετικά εύκολη υπόθεση. Εδώ και δυο χρόνια αποφασίστηκε με νόμο η εγκατάσταση ενός «μαύρου κουτιού» (MEV), το οποίο είναι συνδεδεμένο με την ταμειακή μηχανή και καταγράφει κάθε πώληση. Έτσι είναι αδύνατον να μην γνωρίζει η εφορία, το ΦΠΑ εστίασης που δικαιούται να λάβει από το εστιατόριο. Γι αυτό τον λόγο η εταιρεία Παπαγιάννη-Μπαμπλέκη εγκατέστησε δυο ταμειακές μηχανές, η μια εκ των οποίων χωρίς επίσημη σύνδεση με το «μαύρο κουτί».

Με την εγκατάσταση των MEV, οι ίδιοι οι εστιάτορες υπολογίζουν ότι το 30% των επιχειρήσεων εστίασης ελληνικής ιδιοκτησίας θα κλείσουν, επειδή δεν θα μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στις οικονομικές τους υποχρεώσεις. Αυτό δικαιολογεί την φοροδιαφυγή η οποία γίνεται τώρα αντιληπτή. Αν και οι έλληνες εστιάτορες είναι η μεγάλη πλειοψηφεία των εστιατόρων του Κεμπέκ, δεν είναι συνειδητοποιημένοι, ούτε ελέγχουν τον σύλλογο εστιατόρων, ούτε μπορούν να συνεργαστούν μεταξύ τους και να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους. Προσπαθούν, ο καθένας μόνος του να ξεπεράσει τις δυσκολίες, με αποτέλεσμα ο πλέον αδύναμος να καταλήξει στην πτώχευση και ανεργία. Εκεί θα κατέληγε και ο κ. Μπαλατσούρας. Οι ιδιοκτήτες παρόμοιων ομίλων είναι επιχειρηματικά αδίστακτοι, ούτε πιστεύουν στην αλληλεγγύη και την κοινή διεκδίκηση. Ως επιχειρηματίες απασχολούν ένα μεγάλο αριθμό του εργατικού πληθυσμού, το οποίο στην πλειοψηφία του είναι ανειδίκευτο και πληρώνεται με ωρομίσθιο, με κατώτερο όριο 8.75$/ώρα για τους σερβιτόρους ή σερβιτόρες΄και 10.25$/ώρα για τους εργαζόμενους στην κουζίνα, καθαριστές κλπ. Κάθε εργάτης κοστίζει στον επιχειρηματία, εκτός του μισθού του, ένα επιπλέον 10% κατά εργαζόμενο σε φόρους για τα εργατικά ατυχήματα, τα συνταξιοδοτικά, την ιατρική περίθαλψη, κλπ.

Η αύξηση των τιμών είναι μεν αναπόφευκτη, αλλά λόγω της έλλειψης αλληλεγγύης και της οικονομικής κρίσης που περιορίζει τον προϋπολογισμό του καταναλωτή για εστίαση εκτός κατοικίας, είναι μια λύση όχι μόνον απραγματοποίητη προς το παρόν, αλλά οι εστιάτορες έχουν καταφύγει σε ειδικές προσφορές, δηλαδή μείωση των τιμών, με την ελπίδα ότι θα τραβήξουν τους καταναλωτές, οπότε θα κλείσουν οι… άλλοι. Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση είναι ικανοποιημένη διότι δεν ενδιαφέρεται από ποιο εστιατόριο θα έρθουν οι φόροι, αρκεί να έρθουν στα ταμεία της, χωρίς να ενδιαφέρεται για τους άνεργους που θα προστεθούν στο γραφείο ανεργίας, μια και αυτό είναι… ομοσπονδιακή υποχρέωση.

Η σύλληψη των ελλήνων εστιατόρων φοροφυγάδων προσθέτει στην δυσφήμιση των ελλήνων εστιατόρων, κάτι που δημιουργεί μεγαλύτερα ρήγματα μεταξύ τους.